Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού πιστεύει πως η χοληστερόλη που περιέχουν τα τρόφιμα είναι μια ουσία βλαπτική για τον οργανισμό μας. Η αλήθεια, όμως, είναι πως όχι μόνο δεν είναι βλαπτική, αντιθέτως, είναι αναγκαία για να λειτουργεί το σώμα μας σωστά. Παρακάτω, θα γνωρίσουμε τη χοληστερόλη και το ρόλος της, την “καλή” και την “κακή” χοληστερόλη και όσον αφορά την υπερχοληστερολαιμία, τα αίτια και τις συνέπειές της για την υγεία μας.
Η χοληστερόλη, λοιπόν, αποτελεί ένα από τα κυριότερα λιπίδια του πλάσματος και την προσλαμβάνουμε είτε από το ήπαρ, όπου και συντίθεται, είτε από την τροφή. Αποτελεί δομικό στοιχείο των κυτταρικών μεμβρανών και χρησιμεύει στη παραγωγή των γεννητικών ορμονών, της βιταμίνης D και των χολικών αλάτων. Καθημερινά, ένας υγιής ενήλικας πρέπει να προσλαμβάνει περίπου 300 mg χοληστερόλης, ενώ η τιμή της ολικής χοληστερόλης στο αίμα δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 200 mg/dl.
Επιπλέον, υπάρχει η “καλή” και η “κακή” χοληστερόλη. Η “καλή” χοληστερόλη, δηλαδή η HDL, έχει το ρόλο της μεταφοράς της χοληστερόλης από τους περιφερειακoύς ιστούς στο ήπαρ και στη συνέχεια την αποβολή της από τον πεπτικό σωλήνα, προφυλάσσοντας έτσι τα κύτταρα των ιστών από υπερφόρτιση σε χοληστερόλη. Από την άλλη μεριά, η “κακή” χοληστερόλη, δηλαδή η LDL, μεταφέρει τη χοληστερόλη στα κύτταρα των ιστών και ρυθμίζει τη σύνθεσή της στα κύτταρα αυτά.
Οι τιμές της HDL είναι επιθυμητό να είναι >40 mg/dl, καθώς όσο υψηλότερες είναι τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου ακόμα και αν η ολική χοληστερόλη είναι άνω των 200 mg/dl. Όσον αφορά τις τιμές της LDL χοληστερόλης στο αίμα θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερες, διότι στην αντίθετη περίπτωση αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιακού ή εγκεφαλικού επεισοδίου. Συγκεκριμένα, οι τιμές της LDL θα πρέπει να είναι <100 mg/dl . Yπάρχουν όμως επιπλέον και κάποιοι άλλοι δείκτες, οι αθηρωματικοί δείκτες, οι οποίοι μας δείχνουν την έκταση της αθηροσκλήρωσης και είναι οι εξής : chol/ HDL και LDL/HDL. Ο πρώτος δείκτης πρέπει να είναι <4 ενώ ο δεύτερος <3, εάν θέλουμε ο κίνδυνος εμφάνισης αθηρωματικής πλάκας να είναι χαμηλός.
Ένας ασθενής πάσχει από υπερχοληστερολαιμία, όταν τα επίπεδα της χοληστερόλης στο αίμα του είναι πάνω από τα φυσιολογικά όρια. Η υπερχοληστερολαιμία, λοιπόν, μπορεί να είναι είτε πρωτοπαθής είτε δευτεροπαθής.
Πρωτοπαθής υπερχοληστερολαιμία έχει ένας ασθενής όταν την κληρονομεί από τους γονείς του και μπορεί να είναι ελαφρά ή σοβαρή. Από την άλλη μεριά, η δευτεροπαθής υπερχοληστερολαιμία δεν είναι κληρονομική, αλλά οφείλεται από κάποιο νόσημα, όπως το διαβήτη, τον υποθυρεοειδισμό, τα νοσήματα των νεφρών ή του ήπατος και την υπέρταση. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι λόγοι, οι οποίοι ευθύνονται για την αύξηση της χοληστερόλης, όπως είναι οι ορμόνες, το στρες, η παχυσαρκία, η διατροφή πλούσια σε κορεσμένα και τρανς λιπαρά, το αλκοόλ, το κάπνισμα και η καθιστική ζωή.
Ποιες, όμως, είναι οι συνέπειες για τον οργανισμό από την ύπαρξη υπερχοληστερολαιμίας; Αρχικά, δημιουργούνται αθηρωματικές πλάκες στα τοιχώματα των αρτηριών και στην συνέχεια θρόμβοι, οι οποίοι ευθύνονται για την απόφραξη των αγγείων. Στην συνέχεια, μειώνεται η ροή του αίματος ή απόσπαται ο ήδη υπάρχον θρόμβος, ο οποίος καταλήγει στην καρδιά ή στον εγκέφαλο, αποφράζοντας έτσι τα στεφανιαία αγγεία της καρδιάς. Όλη αυτή η διαδικασία αποτελεί αιτία για την εμφάνιση εμφράγματος, απόφραξης των αγγείων του εγκεφάλου, εγκεφαλικού επεισοδίου, απόφραξης άλλων περιφερικών αγγείων και περιφερικής αγγειακής νόσου.
Είναι σαφές ότι ο καθένας από εμάς πρέπει να ελέγχει συχνά τις τιμές της χοληστερόλης του στο αίμα, όπως επίσης της “καλής” και της “κακής” χοληστερόλης, ιδιαιτέρως αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό ή αν κάποια τιμή είναι ήδη αυξημένη. Πρέπει να σημειωθεί πως η υπερχοληστερολαιμία είναι μια σοβαρή ασθένεια, καθώς ενοχοποιείται για το 30-50% των καρδιαγγειακών νοσημάτων, δηλαδή την κυριότερη αιτία θανάτου των ενηλίκων στις ανεπτυγμένες χώρες, αγγίζοντας το 50% περίπου του συνόλου των θανάτων. Συμβουλευτείτε το γιατρό σας, εφόσον υπάρχει ανάγκη. Η υπερχοληστερολαιμία είναι μια σιωπηλή νόσος και δεν κάνει εξαιρέσεις ούτε στο φύλο, ούτε στην ηλικία.